Λυσιστράτης

Λυσιστράτης
Λυσιστράτη
fem gen sg (attic epic doric ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • Αριστοφάνης — I (περ. 445 π.Χ. – 388; π.Χ.). Κωμωδιογράφος. Θεωρείται ο επιφανέστερος εκπρόσωπος της λεγόμενης αρχαίας αττικής κωμωδίας· είναι ο μόνος του οποίου έχουν διασωθεί ολόκληρες κωμωδίες. Για τη ζωή του δεν είναι γνωστά πολλά πράγματα. Ήταν γιος του… …   Dictionary of Greek

  • Ρέφις, Χανς Ιόζε — (Rehfisch, 1891 – 1960). Γερμανός συγγραφέας, φιλολογικό ψευδώνυμο του Γκέοργκ Τουρνέφ. Σπούδασε νομικά. Πολέμησε στον A’ Παγκόσμιο πόλεμο ως στρατιώτης. Το 1931 33 και το 1951 56 ήταν επικεφαλής της Ένωσης των Γερμανών Συγγραφέων και Συνθετών.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”